«Σονόρχ», το νέο πόνημα της Τζένης Δάγλα

Τζένη Δάγλα: «Η διαδικασία της γραφής είναι παθητική»…

Της Ειρήνης Αϊβαλιώτου

Η Τζένη Δάγλα είναι μια προσωπικότητα με πολλές θεατρικές και συγγραφικές περγαμηνές και ευρείς αντιληπτικούς ορίζοντες. Μια πολίτης του κόσμου.


Είχε κάνει αίσθηση το θεατρικό της έργο «Η Γυάλα», σε σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία Άσπας Τομπούλη, που παρουσιάστηκε το 2017 με τους Μάνια Παπαδημητρίου και Ευθύμη Χρήστου, στο θέατρο «Φούρνος» και υπήρξε μία από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της χρονιάς εκείνης.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θερμαϊκός το βιβλίο της με τίτλο «Σονόρχ». Ένα πειραματικό κείμενο, καρπός δουλειάς δέκα χρόνων. Σονόρχ είναι ο Χρόνος διαβασμένος «αλλιώτικα», ένα συναρπαστικό μωσαϊκό ιστοριών και χαρακτήρων που χαράσσονται στη μνήμη του αναγνώστη, και συνδέονται μέσα από τη βιωματική, καταιγιστικού ρυθμού, αλλά και στοχαστική και γεμάτη χιούμορ γραφή της αφηγήτριας, καθώς πηγαινοέρχεται και η ίδια στον χώρο και τον χρόνο με μια μαγική «Χρονοταχεία».

Βιβλίο καινότροπο, με συνειδησιακή ροή, που εντυπωσιάζει με τη σοβαρότητα των συγγραφικών του προθέσεων, τις διανοητικές, ενδοσκοπικές και ψυχαναλυτικές του επιδιώξεις. Βιβλίο που δεν αποτελεί απλώς καθρέφτη της αντικειμενικής και υποκειμενικής πραγματικότητας, αλλά τις υπερβαίνει με τη δυνατή, πειστική, λογοτεχνική του ειλικρίνεια.

Στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε στο catisart.gr η Τζένη Δάγλα μας μιλά για τη ζωή της και το έργο της. “Τελικά το πιο μακρύ ταξίδι είναι το ταξίδι της πένας του συγγραφέα: πρόσωπα, βιώματα, ιστορίες, μνήμες -δικές του και άλλων-, στροβιλίζονται στον αέρα, κι όταν η πένα αγγίξει το χαρτί, βγαίνει αυτό το πρωτόγνωρο, το πρωτόθωρο”, μας λέει στοχαστικά.

Και προσθέτει: “Γράφω σημαίνει εγκαταλείπομαι, αφήνομαι στη ροή που με διαπερνά: ο συγγραφέας είναι «καταγραφέας» αυτής της ροής, και οι απαραίτητες επεμβάσεις που κάνει μετά στο κείμενο είναι καλλωπιστική διαδικασία. Το κείμενο γράφεται, αναδύεται, μόνο του…”.

Τζένη, ποια ήταν τα αναγνώσματα των πρώτων παιδικών σου χρόνων;

* Παραμύθια! Πολλά παραμύθια! Θυμάμαι που κάθε Παρασκευή, μετά το σχολείο, πηγαίναμε με τον πατέρα μου στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς για το εβδομαδιαίο μου παραμύθι: Άντερσεν, Γκριμ, Σκανδιναβικά, Ανατολίτικα, Αφρικανικά παραμύθια, αλλά και δικά μας, ιστορίες του λαού, ένας μαγικός κόσμος…

Πότε εμφανίζονται τα πρώτα δείγματα γραφής στη ζωή σου;

* Σαν φοιτήτρια έκανα κάποιες απόπειρες, όμως το πρώτο μου ολοκληρωμένο έργο είναι μια νουβέλα, γράφτηκε το διάστημα 1998-2001. Ελπίζω στο μέλλον να εκδοθεί.

Για να γράψεις, αντλείς έμπνευση ή υλικό και από προσωπικά σου βιώματα;

* Μερικές φορές. Τελικά το πιο μακρύ ταξίδι είναι το ταξίδι της πένας του συγγραφέα: πρόσωπα, βιώματα, ιστορίες, μνήμες -δικές του και άλλων-, στροβιλίζονται στον αέρα, κι όταν η πένα αγγίξει το χαρτί, βγαίνει αυτό το πρωτόγνωρο, το πρωτόθωρο.

Το θέατρο τι ρόλο έπαιξε στην παράλληλη συγγραφική εξέλιξή σου;

* Το θέατρο είναι βήμα σημειωτόν. Ο πεζός λόγος είναι ταξίδι. Το ένα σε μαζεύει, το άλλο σε απλώνει. Μου είναι απαραίτητα, ισορροπώ ανάμεσα τους. Η γραφή μου είναι γραφή συνειδησιακής ροής (stream of consciousness). Το γράψιμο είναι διαδικασία παθητική, όχι ενεργητική. Δεν λέω «έγραψα». Λέω «γράφτηκε». Γράφω σημαίνει εγκαταλείπομαι, αφήνομαι στη ροή που με διαπερνά: ο συγγραφέας είναι «καταγραφέας» αυτής της ροής, και οι απαραίτητες επεμβάσεις που κάνει μετά στο κείμενο είναι καλλωπιστική διαδικασία. Το κείμενο γράφεται, αναδύεται, μόνο του…

Ποια εσωτερική ανάγκη εκφράζεις με το νέο σου βιβλίο και ποιο ήταν το βασικό ερέθισμα που σε οδήγησε στη συγγραφή του;

*Το «Σονόρχ» είναι η δική μου απόπειρα να κατανοήσω το μεγάλο μέγεθος της ζωής μας, τον Χρόνο. Είναι η ευχή μου να αλλάξουν οι συντεταγμένες της μικρής (χρονικά) ύπαρξής μας, να γεμίσουμε δύναμη, διάρκεια, να ξεπεράσουμε τα όριά μας, μπορούμε. Δεν υπήρξε συγκεκριμένο ερέθισμα για να το ξεκινήσω, μόνο σκέψεις ρουτίνας για το Χρόνο και το πέρασμά του -στην αρχή. Ούτε που φανταζόμουν ότι θα κατέληγε έτσι…

Πόσο χρόνο χρειάστηκες για να γράψεις τo «Σονόρχ»;

* Το «Σονόρχ» ξεκίνησε το 2006 στην Πολωνία, είχα πάει για μαθήματα θεάτρου. Ας ξεκινήσω να γράφω για το Χρόνο, σκέφτηκα. Θεωρώ ότι η Χρονοταχεία ήδη με περίμενε εκεί. Επιβιβάστηκα, αφέθηκα… Το βιβλίο τέλειωσε το 2016, μετά το έκανα ένα χρόνο καλλωπιστική διαδικασία και από τον Ιούλιο 2017 άρχισα να το δείχνω σε εκδότες.

Έχεις κάποια ιδιαίτερη σχέση με το χρόνο και τη μνήμη;

* Έχω μεγάλη αγάπη για τη Μνήμη: είναι η μία από τις δύο γιγάντιες χούφτες που τρέφουν το Παρόν μας. Η άλλη χούφτα είναι η Ελπίδα, το Μέλλον. Όσον αφορά τη σχέση μου με το Χρόνο, τα είπα όλα με το Σονόρχ.

Τι ήταν αυτό που σε δυσκόλεψε περισσότερο;

*Το ότι για πολύ καιρό το κείμενο γραφόταν στα τυφλά. Ήμουν σε ομίχλη. Δεν είχα ιδέα τι θα βγει, αν θα μπορούσε το κείμενο να τελειώσει. Η πολύ αργή πρόοδος με απέλπιζε. Κάποια στιγμή το κείμενο δέθηκε, αναδύθηκε σιγά σιγά μέσα από την ομίχλη. Αφέθηκα στην έκπληξη: όταν τέλειωσε το Σονόρχ, καθόμουν και το χάζευα -αυτό του έμελλε να βγει στο χαρτί! Το περιεργαζόμουν…

Ποιοι από τους ήρωες του βιβλίου σου χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις;

*Φτιάχνω «φιγούρες», όχι ήρωες, φτιάχνω «τοπία ζωής», όχι πλοκή. Η γραφή stream of consciousness έχει μεγάλη ευλυγισία, περνάς γρήγορα από το ατομικό στο συλλογικό. Με απασχολούν συλλογικές καταστάσεις, προβλήματα, συλλογικά τοπία, «τοπία ζωής». Οι φιγούρες μου, ευέλικτες και ανάλαφρες, ρίχνουν φως στα τοπία ζωής… Το «Σονόρχ» είναι γεμάτο φιγούρες: η τρέχοντας Πέπη γειτόνισσα, ο γλου Παλαιοπώλης, ο Περαστικός Παροντικός ΠιΠιεζόμενος, τους αγαπώ!

Για ποιον γράφεις;

* Για μένα, άρα για όλο τον κόσμο. Κάθε έργο τέχνης ή λόγου είναι, πιστεύω, κάλεσμα για όλους.

Υπάρχει κάτι που σου άλλαξε κάποτε τη ζωή; Ένα έργο τέχνης, μια παράσταση, ένα μουσικό κομμάτι;

* Η διαδρομή μου πήρε το σχήμα της σιγά σιγά, θα έλεγα. Οι ρίζες μου είναι στους ρομαντικούς και τους μοντερνιστές, καθώς και στους μετα-μοντερνιστές. Επίσης με συγκινεί πολύ το λαϊκό θέατρο, οι λαϊκές δοξασίες και θρύλοι, το κουκλοθέατρο, οι μάσκες, το θέατρο δρόμου, κι η δουλειά του θεάτρου Οντίν, οι τελετουργίες, όλα αυτά με διαμόρφωσαν.

Τι να υποθέσουμε πως κρύβεις στα συρτάρια σου;

*Αν έχω κρύψει κάτι, μάλλον το έχω ξεχάσει εκεί κρυμμένο…

Είσαι τύπος μοναχικός ή κοινωνικός;

*Και τα δύο. Ισορροπία.

Τι σου δημιουργεί αποστροφή στην ειδησεογραφία των ημερών;

*Γενικά το θέμα είναι ότι οι ειδήσεις είναι κατασκευασμένες. Από τους λίγους για τους πολλούς. Καλύτερα να ψάχνουμε λοιπόν για το από κάτω, το παραπέρα, το μασκαρεμένο, να φιλτράρουμε τι μας λένε, ποιος το λέει, γιατί, που στοχεύει, και μετά να παίρνουμε θέση. Καμία εύκολη πίστη, πουθενά.

Τι πιστεύεις ότι αλλάζει στη ζωή και τη δημιουργία μετά τον ερχομό μιας επιδημίας, όπως αυτή του κορονοϊού;

*Λυπάμαι πόσο λίγη αξία είχε, έχει (θα έχει;) ο καθημερινός άνθρωπος. Πόσο αμελητέους μας θεωρούν… Μας στέλνουν κορονοϊό; Τότε να αντισταθούμε, όμως με τον έξυπνο τρόπο επιβίωσης του κ. Κουνέρ στο «Μέτρα ενάντια στη βία» του Μπρεχτ: το φωναχτό «όχι» ειπώθηκε μετά τους δύσκολους καιρούς, μόλις πέρασε η απειλή, μόλις ο κίνδυνος κατατροπώθηκε από την επίμονη σιωπηρή αντίσταση διαρκείας – από τον πόλεμο φθοράς.

Πώς κρίνεις τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία και δραματολογία; Υπάρχει νέο αίμα;

*Βεβαίως! Είμαστε σε άκρως δημιουργική περίοδο! «Βράζουν» τα πράγματα, στο θέατρο, στη λογοτεχνία, παντού. Χαίρομαι πολύ!

Ποια είναι η ευθύνη των νέων λογοτεχνών;

* Να αφουγκράζονται την εποχή τους αλλά και τον άνθρωπο, από πολύ πολύ κοντά. Πλατιά ματιά, αγάπη, θάρρος, θάρρος, τόλμη…

Ποιοι συγγραφείς σε επηρέασαν;

*Λατρεύω τους Ρεμπώ, Γουλφ, Μπάροουζ, Κλάιστ, Χελντερλιν, Νοβάλις, Ντυράς, Χάινριχ Μπελ, Καβάφη, Παπαδιαμάντη, Καζαντζάκη, αλλά και τους σύγχρονους Έλληνες συγγραφείς μας, δεν θέλω να ξεχωρίσω κανέναν πιο πολύ από τον άλλον.

Ως αναγνώστης, πώς ορίζεις ένα καλό βιβλίο;

* Καλό βιβλίο είναι αυτό που δεν μπορώ να το αφήσω από τα χέρια μου, που με συνδέει άμεσα και δυνατά με την ψυχή του δημιουργού του.

Τι διαβάζεις αυτή την εποχή;

* Το «Γυμνό Γεύμα», «Μίχαελ Κολχαάς», «Οι αναμνήσεις ενός Κλόουν», τα «Κύματα» και βέβαια πολλή ελληνική λογοτεχνία.

Η γραφή είναι δώρο της Μούσας ή είναι αποτέλεσμα τεχνικής και γνώσης;

* Είναι δώρο της Μούσας και πολλή πολλή δουλειά. Όμως όλοι μας έχουμε από ένα δώρο. Όλοι! Το ζήτημα είναι να το καλλιεργήσουμε. Αν αποδεχτούμε το μονοπάτι της σιδερένιας πειθαρχίας και της αφοσίωσης, τότε το ταλέντο που έχουμε όλοι μέσα μας, θα δώσει καρπούς. Απλά η διαδρομή είναι δύσκολη.

Τι σχέση έχει η λογοτεχνία με τη λογική;

* Καμία και ούτε χρειάζεται να έχει. Εγώ δουλεύω ενστικτωδώς. Ξέρω ότι έτσι πρέπει να δουλέψω, αυτό είναι το σωστό, χωρίς να το αποκωδικοποιώ λογικά. Αν με ρωτήσεις, γιατί το κείμενο είναι έτσι, θα σκεφτώ πολύ για να το βρω και να σου απαντήσω με τη λογική.

Τι κάνει τους ανθρώπους απόμακρους και απάνθρωπους;

* Ο εαυτός. Το συμφέρον. Ο εγωισμός.

Το γράψιμο είναι έρωτας ή αγάπη;

* Μπορεί κάποιος να γράψει ένα μόνο βιβλίο-σφοδρό έρωτα στη ζωή του, μια κι έξω. Κι άλλος μπορεί να γράφει, να γράφει αγαπώντας… Όλα είναι δυνατά.

Πότε θαυμάζεις και τι;

* Θαυμάζω να βλέπω το έργο του ανθρώπου σε κάθε τομέα! Το μόχθο και τον αγώνα για τελειοποίηση, το αποτέλεσμα της προσπάθειας, σε κάθε τομέα… το πιο μικρό έργο είναι μέγιστο αν γίνει με μόχθο.

Τι αποτελεί πρόκληση για σένα και τι σε φοβίζει;

*Με φοβίζει το σκοτάδι -και το φυσικό, αλλά και της ψυχής και του μυαλού ίσως περισσότερο.

Τι προσβάλλει την αισθητική σου;

*Η προχειρότητα. Η αδιαφορία. Το δήθεν.

Ποια θέματα σε ενδιαφέρουν λογοτεχνικά;

*Αφήνομαι σε κάθε ωραία έμπνευση, αλλά αν μου πεις για πύργους, καταιγίδες, αστραπές, μεγάλους έρωτες, φοβερά μυστικά, ε, είμαι στο στοιχείο μου…

Εκτός από το θέατρο και το γράψιμο, ποια άλλα είναι τα ενδιαφέροντά σου;

*Μικρή έπαιζα σκάκι. Ταξιδεύω, αγαπώ πολύ τη φύση, τα ζωάκια, μου αρέσει κάθε τι καινούργιο, να γνωρίζω ανθρώπους. Α, ναι, και το σινεμά…

Διαβάζεις / αγοράζεις εφημερίδα ή ενημερώνεσαι μόνο από το Διαδίκτυο;

*Πιο εύκολα ψάχνω άρθρα στο Διαδίκτυο. Η εφημερίδα όμως έχει άλλη αίσθηση, έχει κόπο πάνω της.

Η καθημερινότητά μας στην πόλη έχει πολιτισμό;

* Η ευγένεια, ο σεβασμός των κανόνων, η σκέψη για τον Άλλο, δίνουν ποιότητα στη ζωή. Σε θωρακίζουν απέναντι σε μια θολή προοπτική: δώσε για παράδειγμα τη θέση σου στο μετρό σε έναν ηλικιωμένο, ξαφνικά νιώθεις καλύτερα… καλύτερος.

Ποια είναι η σχέση σου με τα ζώα; Έχεις κάποιο κατοικίδιο;

*Τα υπεραγαπώ! Είχαμε σπίτι μια λυκοσκυλίνα, την Νταίζη. «Έφυγε» 17 χρονών, τη σκέφτομαι ψηλά στα σύννεφα, μας γελά από εκεί…

Ευχαριστώ πολύ!

*Κι εγώ σε ευχαριστώ.

Απόσπασμα από το βιβλίο

[…] ψυχή μου, ήρθες; έσκουξε η βάβω, σαν σε όνειρο η σειρήνα του ασθενοφόρου, πήραν τη θυγατέρα με το μωρό, κοντά κι αυτή, το χεράκι του νεογέννητου γλιστερό από τα υγρά απλωνόταν στη μεριά της, ώρες μετά, γυρνώντας στο σπίτι, ήσυχη που η θυγατέρα κι ο εγγονός ήταν καλά, βρήκε την μπόλια της στο τραπέζι, έναν χρυσό σταυρό κι ένα σημείωμα: «Για τον γιο μου τον Όλαφ» – κι αυτό ήταν, χάθηκε, πάει ο γαμπρός, δεν τον ξανάδαν, κανείς ποτέ, λίγο καιρό μετά η καρδιά του μπαρμπα-Δήμου σταμάτησε.
Θα πέρναγαν κάμποσα χρόνια, κι όλοι αυτοί, ταξιδιώτες του Χρόνου, από διαφορετικές συντεταγμένες, ταξίδεψαν, καθένας, ταξίδεψαν, να πέσουν πάνω στη μία κουκκίδα, στη μία χρονική στιγμή, στο χρονοδρόμι…

  • Η Τζένη Δάγλα γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Αποφοίτησε με άριστα από τη Νομική Σχολή Αθηνών. Εργάστηκε επί 2 χρόνια στον τηλεοπτικό σταθμό Antenna και μετά ασχολήθηκε με τα νομικά σε ελεύθερο επάγγελμα.
    Παρακολούθησε σεμινάρια θεάτρου στη Δανία και στην Ιταλία με τον Eugenio Barba, καθώς και στην Πολωνία, στην Αγγλία, στη Γερμανία και στην Ελλάδα με ηθοποιούς του Γέρζι Γκροτόφσκι και άλλους Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες.
    Έχει γράψει πέντε «θεατρικά σχόλια»: «Η Άγνωστη Χώρα» (θέατρο Αργώ, 2012), «Time, please!» (φεστιβάλ Αναλόγιο 2015), «Η Γυάλα» (θέατρο Φούρνος, 2017-2018) «Καραγκιόζ» και «Γουρούνα. Αθώος» (φεστιβάλ Αναλόγιο 2020). Έχει συμμετάσχει σε διεθνή συνέδρια σχετικά με το σύγχρονο θέατρο. Μιλά αγγλικά, γερμανικά, ρωσικά, γαλλικά.
    Πολίτης του κόσμου.

Σημ.ΜΤ: Η Τζένη είναι κόρη του Μεγανησιώτη παιδιάτρου Γεράσιμου Δάγλα και αδερφή του γυναικολόγου Κώστα Δάγλα.