Δύο νικηφόρες μάχες του Δήμου Τσέλιου μαζί με τον Καραϊσκάκη.

Όπως συνηθίζουμε κάποιες χρονιές, θα παρουσιάσουμε και φέτος, με αφορμή την επέτειο της Παλιγγενεσίας, δύο επιστολές από το αρχείο του Δήμου Τσέλιου-Φερεντίνου, του Μεγανησιώτη ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης. Δείτε σχετικά άρθρα του ΜΤ με επιστολές από προηγούμενα έτη:

Άρθρο 1, άρθρο 2, άρθρο 3.

Οι επιστολές αναδημοσιεύονται αυτούσιες από το βιβλίο «Ο Στρατηγός Δήμος Τσέλιος» που εκδόθηκε το 1930 στην Αθήνα, από την εγγονή του ήρωα, Ευδοξία Κουμουτσοπούλου.

Η πρώτη επιστολή απευθύνεται προς την κεντρική διοίκηση και την υπογράφουν όλοι οι Στρατηγοί που πέτυχαν την περιφανή νίκη κατά του ισχυρού στρατοπέδου των Τούρκων στον Καρβασαρά (κοντά στην σημερινή Αμφιλοχία), μεταξύ αυτών ο Καραϊσκάκης κι ο Δήμος Τσέλιος:

«Εκ του κατά την Ακαρνανίαν Στρατοπέδου

30 Σεπτεμβρίου 1825

Προς την Σεβαστήν Επιτροπήν την Διευθύνουσαν τα της Δυτικής Ελλάδος και προς τους Γενναιοτάτους Οπλαρχηγούς και λοιπούς Αξιωματικούς και Αδελφούς.

Εις Μεσολόγγιον

Τα κατά των εχθρών κινήματά μας δεν ελλείψαμεν εις διαφόρους καιρούς να σας ειδωποιώμεν. διο και τώρα, κατά το απαραίτητον χρέος μας, σας ιδεάζομεν, ότι την 28 του λήγοντος ώραν τετάρτην της νυκτός ωρμήσαμεν αιφνηδίως κατά των βαρβάρων, εστρατοπεδευμένων εις Καρβασαρά και τους επροξενήσαμεν φθοράν και φρίκην. Το στρατιωτικόν μας έδειξεν εις αυτήν την μάχην μέγιστα σημεία της ανδρείας του. Εφονεύθησαν από τα Ελληνικά όπλα περισσότεροι από τριακόσιους εχθρούς οι δε διασωθέντες ερρίφθησαν εις την θάλασσαν και από τον τρόμον των επνίγησαν. Τα δε εκείσε παρευρεθέντα Ευρωπαϊκά πλοία εδόθησαν εις φυγήν.

  Εκυριεύσαμεν λοιπόν ημείς το τειχόκαστρον, επειδή όμως και δεν είχομεν λάβει μαζύ μας πολεμοφόδια και τροφάς, εβιάσθημεν να το παραιτήσωμεν, καθ’ ότι η μάχη διήρκεσε με όλον το πείσμα έως το πρωί και εξοδεύσαμεν όσα εφόδια είχομεν λάβει μεθ’ εαυτών. Ευρέθησαν αυτώσε έως 200 κάμηλοι, αλλ’ αι εβδομήκοντα εφονεύθησαν, τας δε λοιπάς επήραμε μαζή μας με 80 αλογομούλαρα και 30 εκλεκτούς ίππους.

  Χωρίς δε να πολυλογώμεν, το στρατόπεδο αυτό δια της βοηθείας του Υψίστου κατεστάθη Γη Μαδιάμ. Και οι γενναίοι των Ελλήνων βραχίονες εδίδαξαν τους απίστους, ότι το ολιγάριθμόν των, αναπληρούται από τον πατριωτισμόν και από την γενναίαν απόφασίν των του να κρημνήσωσι τον τύραννον.

  Μόλις σήμερον εφθάαμεν εις Δραγαμέστον [σσ.: το χωριό που σήμερα λέγεται Καραϊσκάκης (πήρε το όνομα του ήρωα το 1930 περίπου) και βρίσκεται 4 χλμ βόρεια του Αστακού] και ειδοποιήθημεν μετά βεβαιότητος, ότι από το στρατόπεδον του Κιουταχή απεκόπησαν έως 5.000 Τούρκοι, οίτινες και έφθασαν εις Γουργιάν και μελετούν να έλθουν καθ’ ημών. Η είδησις αυτή μας εχαροποίησε τα μέγιστα, πρώτον δια την εμπιστοσύνην την οποίαν τρέφομεν εις τον εαυτόν μας, και έπειτα, επιδή ευκολύνονται και τα ιδικά σας κατά των απίστων επιχειρήματα. Εις την διαληφθείσαν κατά του Καρβασαρά μάχην εφονεύθη μόνον ο Πλατσιούσκας εκ του σώματος του Στρατηγού Δήμου Τσέλιου και επληγώθησαν δύο του Στρατηγού Θ. Γιολδάση εν οις και ο Βασιώνης.

  Τα λεπτομερέστερα της μάχης θέλετε μάθει από τους ιδίους πολιορκητάς σας αν ευαρεστούνται να σας τα διηγηθώσιν.»

Οι πρόθυμοι Πατριώται και Αδερφοί σας

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΗΣΚΑΚΗΣ

ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΣΑΦΑΚΑΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΓΙΟΛΔΑΣΗΣ

ΔΗΜΟΣ ΤΣΕΛΙΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΣΛΗΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ

 

Η δεύτερη επιστολή περιγράφει τα γεγονότα, έναν μόλις μήνα μετά την νίκη στον Καραβοσαρά, όταν οι Έλληνες έστησαν ενέδρα στο Δερβένι σε εχθρικό εκστρατευτικό σώμα που συνόδευε Τούρκους αξιωματούχους και το κατέστρεψαν ολοσχερώς, αποκομίζοντας πλούσια λάφυρα, τα οποία και περιγράφονται. Προσέξτε προς το τέλος της επιστολής ότι οι μαχητές δεν απέφυγαν την βαρβαρότητα να κόψουν ως ενθύμια νίκης τα αυτιά των νεκρών Τούρκων…

«Εκ του Στρατοπέδου Δραγαμέστου 

τη 4η Νοεμβρίου 1825

Προς την Σεβαστήν Επιτροπήν, Γενναιοτάτους Αδελφούς Στρατηγούς και λοιπούς Αξιωματικούς της Διοικήσεως εκάστης τάξεως και βαθμού όσοι εις Μεσολόγγιον ευρίσκεσθε.

  Σας ασπαζόμεθα αδελφικώς και σας ειδοποιούμεν, ότι εις τα 31 του παρελθόντος εκστρατεύσαμεν κατά των εχθρών. Επήγαμεν λοιπόν και επιάσαμεν το Δερβένι ανάμεσα Λάσπη και Ερείβιον και εις την πρώτην του τρέχοντος απερνούσαν διάφοροι Τούρκοι, δηλαδή ο Δελίμπασης του Κιουταχή, ο Αγιάννης της Σόφιας, ο Ταρ-Αγάς και άλλοι σημαντικοί μετά εξήκοντα πέντε καβαλαρέους και πεζούς. Τους εκτυπήσαμεν λοιπόν ένα κτύπημα ανδρικώτατον. Ερρίφθησαν λοιπόν οι Έλληνες με τα μούτρα και με μεγάλην ορμήν επάνω τους και τους εξεπάστρεψαν όλους, ώστε από τους εξήκοντα πέντε όπου ήσαν, οι πέντε μόνον εγλύτωσαν, κι από τους πέντε πάλιν, τον ένα επήραμε ζωντανόν, οι δε εξήντα έμειναν φονευμένοι από τα Ελληνικά άρματα. 

  Αδερφοί,

  Τα λάφυρα όπου επήραν οι Έλληνες είναι απερίγραπτα, άρματα ασημένια, ομοίως πάλαις μπετούνικες[σσ.:τούρκικα σπαθιά, στολισμένα γιαταγάνια] εκλεκταίς, ώρες σχεδόν σαράντα[σσ: είναι τα ρολόγια, κάτι σπάνιο και πολύτιμο για την εποχή], γούνες, γρόσια μετρητά, και άλλα πράγματα αξιόλογα. Ώστε εις την δημοπρασίαν εκτιμήθησαν γρόσια 515 χιλιάδες, άτια φοβερά, και γενίτσια όλα τα εσκότωσαν οι Έλληνες εις τον ίδιον τόπον, ζωντανά από αυτά ολίγα επήραμεν. Αυτός ο πόλεμος ανδρείος και θαυμαστός εβάσταξεν υπέρ τας τρεις ώρας, εις την μάχην ταύτην λοιπόν εφονεύθησαν ιδικοί μας ένας από το σώμα του Αντωνάκη Μεγαπάνου, ένας από το σώμα του Στρατηγού Καραϊσκάκη, ο οποίος είναι θανασίμως πληγωμένος και άλλοι τέσσαρες είναι πληγωμένοι, πρώτος ο Χιλίαρχος Κώστας Καπουγεωργάκης, ένας από το σώμα του Φραγγίστα, ένας από το σώμα του Σαδήμα και ένας από το σώμα του ίδιου Κώστα Καπουγεωργάκη ονόματι Νικολάκης Κόπελα.

  Προς σημείον της μάχης ταύτης στέλλομεν μερικά αυτιά εχθρικά τα οποία έκοψαν οι στρατιώται δια να τα φέρουν ως τρόπαια. Προσέτι λάβετε και μερικά γράμματα Τουρκικά, και όταν εξηγηθούν, ας έχομεν και ημείς την είδησιν, τι εμπεριέχουν. 

  Μένομεν με όλον το προσήκον και βαθύ σέβας».

Οι Πρόθυμοι Πατριώται

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ

ΔΗΜΟΣ ΤΣΕΛΙΟΣ

ΓΕΩΡΓΗΣ ΠΕΣΛΗΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Ν. ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ