Σπάνια και ξεχασμένα δημοτικά τραγούδια από το Μεγανήσι.

Η δημοτική μας παράδοση δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Και δεν χρειάζονται συστάσεις ειδικά τα δημοτικά τραγούδια, αυτά που έπλασε ο λαός μας εδώ και αιώνες για να εξιστορήσει τις χαρές και τις λύπες του, τα βάσανα και τους ηρωισμούς του, τους πόθους και τις απογοητεύσεις του, τα μαράζια και τα χωρατά του. Τραγούδια που ακόμα και σήμερα συναντάς να τραγουδιούνται και να χορεύονται με την ίδια αγάπη και ζέση, με την ίδια λεβεντιά και χάρη όπως και στο απώτερο παρελθόν.

Υπάρχουν κάθε λογής δημοτικά τραγούδια τα οποία συνόδευαν όλο το φάσμα των κοινωνικών εκδηλώσεων των Ελλήνων από τους γάμους έως τις κηδείες κι από τις εθνικές εορτές μέχρι τα οικογενειακά τραπέζια. Κάποια από αυτά είναι πασίγνωστα και εύκολα αναγνωρίσιμα στο Πανελλήνιο, ακόμα και για την νέα γενιά. Ίσως αναφερθούμε στα πιο πολυτραγουδισμένα αυτής της κατηγορίας σε μελλοντικό άρθρο. Υπάρχουν επίσης και οι κατά τόπους παραλλαγές τους, με μικρές διαφορές στους στίχους, στο μέλος ή τον ρυθμό, αλλά με τον ίδιο πυρήνα. Τέλος υπάρχουν και κάποια δημοτικά τραγούδια πολύ σπάνια, τόσο επειδή η χρήση τους δεν ήταν αρκετά συχνή όσο και επειδή τραγουδιόνταν σε κλειστό τοπικό επίπεδο.

Η ζωή τις τελευταίες δεκαετίες έχει αλλάξει πάρα πολύ και εξακολουθεί να διαφοροποιείται με ταχείς ρυθμούς. Η διασκέδαση, το γλέντι, ο θρήνος, ο εορτασμός πλέον πολύ σπάνια συναρτώνται με αυτά που ήταν κάποτε η αρχή και το τέλος της κοινωνικής συναναστροφής: τα δημοτικά τραγούδια. Εξάλλου η δημοτική ποίηση ήταν συνυφασμένη με έναν αλλιώτικο τρόπο ζωής και με άλλες ιστορικές συγκυρίες, παράγοντες που έχουν εξαλειφθεί ή διαφοροποιηθεί πλήρως.

Έτσι πολλά από αυτά τα τραγούδια, τουλάχιστον τα λιγότερο γνωστά, τείνουν να καλυφθούν από την σκόνη του χρόνου. Δεν τραγουδιούνται, μιας και κανείς δεν τα έχει ανάγκη πια. Δεν τραγουδιούνται γιατί κανείς δεν τα θυμάται πια. Δεν τραγουδιούνται γιατί κανείς από τους τραγουδιστάδες τους δεν ζει πια. Και ένα τραγούδι που δεν φτάνει σε ανθρώπινα χείλια, είναι ένα τραγούδι που μοιραία θα πεθάνει και θα χαθεί.

Ευτυχώς, αυτό το πολύτιμο κομμάτι της παράδοσής μας, το άρρηκτα δεμένο με το γενετικό υλικό, με τους τρικυμιώδεις ιστορικούς κυματισμούς, με το ξέχειλο συναίσθημα του Έλληνα, διασώζεται ακόμα σε λαογραφικές συλλογές, σε βιβλία και ανθολογίες. Όχι ολάκερο, αλλά μεγάλο μέρος του. Με αυτές τις σκέψεις αποφάσισα να αφιερώσω λίγο χρόνο στα μισοχαμένα, πίσω από τις σελίδες των βιβλίων, αυτά άσματα. Για καλή μου τύχη, ειδικά για τα δικά μας μέρη που με ενδιέφεραν, δεν χρειάστηκε να ψάξω πολύ. Την εργασία αυτή την είχα αυτούσια στο ράφι της βιβλιοθήκης μου. Και δεν ήταν άλλη από την συλλογή «Δημοτικά τραγούδια της Λευκάδας» (Αθήνα, 1985) του σπουδαίου Λευκαδίτη φιλόλογου και λαογράφου Πανταζή Κοντομίχη.

Στο βιβλίο του Κοντομίχη, εκτός από το γνωστό υλικό που έχει συγκεντρώσει, υπάρχει και βιβλιογραφικό υλικό καθώς και πρωτότυπο υλικό που ο ίδιος κατέγραψε σε χωριά της Λευκάδας (και στο Μεγανήσι) κι έτσι διέσωσε από την λήθη του χρόνου. Ειδικά για το Μεγανήσι υπάρχουν δεκάδες καταγεγραμμένα τραγούδια, τους στίχους των οποίων, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ο ίδιος αγνοούσα πλήρως, καίτοι πρόλαβα την εποχή που το δημοτικό τραγούδι ήταν ακόμα στα χείλια των ανθρώπων σε καθημερινή βάση.

Φυσικά, δεν θα πρέπει να παραλείψω να αναφέρω την πολύ καλή δουλειά ως προς την συλλογή λαογραφικού υλικού και ειδικά τραγουδιών που έχει κάνει ο Μπάμπης Ζαβιτσάνος στο λαογραφικό βιβλίο του (στο οποίο συμμετέχει η Φωτεινή Παπασταματίου- Καββαδά) «Μπολίτσα στον χρόνο», το οποίο και θα πρέπει να διαβάσετε οπωσδήποτε, όσοι δεν το έχετε κάνει ακόμα. Μάλιστα ορισμένα από τα τραγούδια που αναφέρει ο Κοντομίχης συναντιούνται και στην εν λόγω έκδοση, ενίοτε με μικρές παραλλαγές. Υπάρχουν όμως εκεί και τραγούδια που δεν έχει συμπεριλάβει ο Λευκαδίτης φιλόλογος ή, συνηθέστερα, έχει δώσει τις εκδοχές τους από άλλα χωριά της Λευκάδας. Σε κάθε περίπτωση η «Μπολίτσα στον χρόνο» θα πρέπει να θεωρείται σημείο αναφοράς για την λαϊκή παράδοση του Μεγανησίου.

Έτσι λοιπόν, αποφάσισα να παρουσιάσω μέσα από μια σειρά άρθρων στο ΜΤ, αυτά τα μικρά ξεχασμένα διαμαντάκια της μεγανησιώτικης λαϊκής μας παράδοσης,  για να τα θυμηθούν οι πιο παλιοί και να τα γνωρίσουν οι νεότεροι. Στην παρουσίασή τους θα κρατήσω την κατάταξη που συνήθιζαν οι λαογράφοι από την εποχή του Ν.Πολίτη και την οποία ακολουθεί πιστά και ο Κοντομίχης. Στο παρόν πρώτο άρθρο της σειράς θα δούμε τρία τραγούδια της αγάπης.

Το πρώτο συνδέει την ναυτική μας παράδοση με τον έρωτα. Το τραγούδι αυτό, όπως και πολλά από εκείνα που θα παρουσιάσουμε είναι από τα λεγόμενα «της τάβλας», δηλαδή πρόκειται για τραγούδια που δεν χορεύονται,  παρά μόνο τραγουδιούνται σε αργό ρυθμό στο τραπέζι, στην συνεστίαση, πριν ή συνηθέστερα, μετά το φαγητό. Συνήθως τραγουδάει ένας (πχ ο γεροντότερος ή ο ξεματωχινός του σογιού) και ακολουθούν οι υπόλοιποι επαναλαμβάνοντας τον στίχο (ο οποίος είναι δεκαπεντασύλλαβος ή και δωδεκασύλλαβος).

Ας το δούμε όμως:

 1) Μιας χήρας γιος ψυχομαχεί

 Μιας χήρας γιος ψυχομαχεί στου καραβιού την πρύμη.

Τον κλαίγανε οι ναύτες του κι ο πρώτος καπετάνιος.

-Σηκώσου απάνω ναύτη μου, καλέ καραβοκύρη.

-Για πιάστε με να σηκωθώ και βάλτε με να κάτσω.

Δέστε μου το κεφάλι μου με δυο- τρία μαντήλια

Και δώστε μου τον χάρτη μου, δώστε μου το κουλπάνιο*

Να κουμπανσάρω** τον καιρό, το τι καιρός φυσάει.

-Φυσάει γραίος και βοριάς και μαύρη τραμουντάνα.

Πάει το καράβ’ γιαλό-γιαλό κι η κόρη πάει στην άμμο

Με τα μαλλάκια ξέπλεγα, τα χέρια σταυρωμένα.

-Καραβοκύρη μ’ αδερφέ και φίλε του γονιού μου,

αυτόν τον νιο που πας αυτού, αυτό το παλληκάρι,

χίλια σας δίνω να τον δω, μύρια να τον ακούσω,

κι αν είναι και για ξαγορά να τόνε ξαγοράσω.

 

*κουλπάνιο= μάλλον από το αγγλικό compass, η πυξίδα.

** κουμπανσάρω= από το κομπάσο, τον διαβήτη για την μέτρηση των αποστάσεων στον χάρτη, άρα εδώ υπονοεί εκτίμηση του καιρού με ναυτικά όργανα.

 

Το δεύτερο είναι χορευτικό (χορεύεται με «κοφτό») και πιο πρόσχαρο:

2) Πονείς κι εσύ, πονώ κι εγώ

Πονείς κι εσύ, πονώ κι εγώ, μαζί έχουμε τον πόνο,

Ένας τον έχει στην καρδιά κι άλλος στα χείλη μόνο.

Αν θέλεις να αγαπιόμαστε μακριά απ’ τσου γειτόνους,

Φτέψε μηλιά στην πόρτα σου, να κρύβομαι στους κλώνους.

Η μάνα σου μου τα’ στελνε τα μήλα στο μαντήλι

Και μ’ άφησε παραγγελιά να σε φιλώ στα χείλη.

 

Το τρίτο, που μάλλον είναι της τάβλας αλλά θα μπορούσε και να χορεύεται συρτό, δείχνει με τον πιο παραστατικό τρόπο την δύναμη της αγάπης:

3) Σύρτε φέρτε την αγάπη

Ένας νιός, μπιρμπιλομάτα μου,

Ένας νέος παλικάρι,

Πόλαμπε σαν το φεγγάρι,

Τον κατάντησε η αγάπη

Πέντε χρόνια στο κρεβάτι.

Οι γονιοί του δεν το ξέραν,

Χίλιους-δυο γιατρούς εφέραν,

-Σύρτε φέρτε την αγάπη,

Να σκωθώ απ’ το κρεβάτι.

Όταν έφτασε στην πόρτα,

Πήρε ο νέος άλλη βόλτα.

Κι όταν έφτασε κοντά του,

Ηύρε ο νέος την υγειά του!