Μεγανησιώτικες παροιμίες και παροιμιακές εκφράσεις- μέρος 2ο

Συνεχίζουμε την παρουσίαση των παροιμιακών εκφράσεων του νησιού μας. Ασφαλώς εδώ υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ποικιλία, αλλά και γνησιότητα. Η συμβολή όλων απαραίτητη, αφού ο πλούτος τους δεν εξαντλείται με την παρούσα ανάρτηση.

(Δείτε το 1ο μέρος εδώ.)

1.Τον έκαμε άγιατρο. (Τον έδειρε άσχημα, που να μη γιατρεύεται).

2. Πες το και μ’ αγκάστρωσες! (Για κάποιον που δεν ολοκληρώνει αυτό που θέλει να πει).

3. Αγκιναροκούκια. (Ειρωνική απάντηση στην ερώτηση «τι έχεις για φαί;»)

4. Αγλιά από κειόνε. (Αγλιά=αλί, αλίμονο σε)

5. Ελάλησα απ’ το κρύο.

6. Μ’ έκοψε και με θέρισε. (Εννοείται το κρύο)

7. Το ‘ριξε αλασκάγια. (Δηλαδή ελεύθερα. Λέγεται για το ρούχο στον ώμο. Μάλλον από το ιταλικό scagia, δηλ. παλικαρίσια, λεβέντικα).

8. Θα σε πιάσω και θα σ’ αλατίσω. (Απειλή ξυλοδαρμού)

9. Ατόνησα να φτάσω. (=δυσκολεύτηκα).

10. Αμαρτίες κωλοκοτρωνέικες. (Παλιές, από πάππου προς πάππο).

11. Τήνε λέου την αμαρτία μου.

12. Ήρτε στο αμήν. (Στο μη παρέκει)

13. Αναπάηκε το κόκαλό μου/η ψυχή μου. (Ξεκουράστηκα, ησύχασα).

14. Μου γύρισε τ’ άντερα. (Με αηδίασε).

15. Επήρε απίδρομο. (Πήρε φόρα).

16. Ήτανε απίκου. (Στην ώρα του, ακριβής).

17. Στέκει στ’ αλτσίκου. (δηλ. πανέτοιμος, με οξυμμένα αντανακλαστικά).

18. Τον Αύγουστο, που ‘ναι παχιές οι μύγες. (Λέγεται ειρωνικά για να δηλώσει την αναβλητικότητα).   

19. Θα σ’ αφαλοκόψω.

20. Εδεκεί ξεψυχάει. (Για κάποιον που ξημεροβραδιάζεται σε ένα μέρος).

21. Δε σγαράρει πόντο. (Δεν κουνιέται)

22. Γίνεται μεγάλη μπαμπλονία. (Βαβυλωνία, δηλαδή χαμός, φασαρία, ασυνεννοησία).

23. Έβγαλε το στελίτη. (Για κάποιον που δεν μπορεί να στρέψει το κεφάλι του, συνηθέστερα για κάποιον που έχει καρφωμένο το βλέμμα του επίμονα κάπου).

24. Είναι κώλος με βρακί. (Ήτοι, κολλητοί, στενοί φίλοι).

25. Δεν έπιασες καλό βιολί… (Λέγεται για να αποδοκιμάσει μια πράξη)

26. Δεν άκουσα θεού βροντή. (Δεν άκουσα απολύτως τίποτα, δεν πήρα είδηση).  

27. Κατά φωνή κι ο γάιδαρος. (Ειρωνικά).

28. Σαν το γάιδαρο του Καλαμαντζία. (Ειρωνικά, δείχνει υπομονή, καρτερία, αλλά και ανοησία).

29. Θα πας χαμένος σα το γέρο- Μασούρα. (Δεν έχουμε αναφορές ποιος μπορεί να ήταν ο συγκεκριμένος άνθρωπος, πάντως η φράση προδικάζει άσχημη κατάληξη).

30. Καπνίζεις σα το Δεσσέα. (Δηλαδή αρειμάνια). 

31. Ο γάτος γ…. και σκούζει. (Για κάποιον που διαμαρτύρεται, ενώ δε θα έπρεπε).

32. Γεννάει κι ο κόκορός του. (Υποδηλώνει τύχη, εύνοια).

33. Ήμουνα νιος και γέρασα.

34. Γεροντομπάσματα.

35. Γεράματα- σκοντάματα.

36. Έγινα μπουρδούκι. (Πάχυνα, χόρτασα).

37. Έχω ‘γω ράμματα για τη γούνα σου. (Ως απειλή)

38. Γου, αρρώστια που σε δέρνει! (Μομφή προς τον επίμονο ή τον ισχυρογνώμονα).

39. Δίαουλε παρ’ τον ένανε. (Δηλώνει μηδενικό αποτέλεσμα).

40. Είναι διάουλος μεταμορφωμένος. (Δηλαδή σατανικός, παμπόνηρος).

41. Μες στου διαόλου τον κώλο. (Σε σημείο απρόσιτο)

42. Στου διαόλου τη μάνα. (Συνήθως σημαίνει πολύ μακριά).

43. Του ‘μπασα το διάουλο μέσα του. (Τον έβρισα, τον πρόσβαλα).

44. Το βγάλαμε το διάφορο μας. (Ειρωνικά, για κάποια ζημιά).

45. Δε δίνει ούτε τη θέρμη του. (Για τον τσιγκούνη).

46. Δε δίνει τ’ αγγέλου του νερό. (Ομοίως).

47. Δεν είναι για τη μουσούδα σου.

48. Χώθηκε μες στ’ άτρυπο κολοκύθι. (Κρύφτηκε καλά).

49. Μη και βάρει. (Έτσι κι έτσι. Δείχνει αμφιθυμία ή δισταγμό).

50. Και του καλού μ’ θέλει.

51. Τα ‘παμε απόξου- απόξου. (Δηλαδή ακροθιγώς).

52. Μα τη πεθυμιά του! (Για κάτι που είναι δυσεύρετο).

53. Δε σου του ‘χα! (Με εξέπληξες, δεν το περίμενα από σένα).

54. Να’ χα την αδειά σου… (Να είχα το χρόνο σου…)

55. Ζω και ζώνομαι. (=ζέομαι, δηλ. ζω και υποφέρω).

56. Πρώτα ο Θέος… (Συμφωνία, αλλά με επιφύλαξη για τα μελλούμενα).

57. Όσο που να πεις. (Εν ριπή οφθαλμού).

58. Σήμερα οχτώ. (Σε μια βδομάδα από τώρα).

59. Μ’ ήφερε στο καρίκι. (Με έσκασε, με έφερε στο απροχώρητο).

60. Μέσα τα κουπιά! (Για κάποιον που ετοιμάζεται να φύγει ή απλά συμφωνεί να συνεχίσει).

61. Κι όξου απ’ τη πόρτα! (Δείχνει τελεσίδικη ενέργεια).

62. Πάει λασποπαουρίσα. (Πλάγια, λοξά,  με πονηριά).

63. Καλημέρα πάντα κι άλλη! (Ειρωνικός συνήθως χαιρετισμός).

64. Έκαμε κι έρανε.

65. Έκαμε στα μάτια. (Ζήλεψε, απόκαμε να κοιτάζει).

66. Έγινα δεμάτι. (Για κάποιον που χτύπησε άσχημα).

67. Την έκαμες τη δουλειά σ’… (Ειρωνικά, έχει το αντίθετο νόημα).

68. Το ‘καμες το σκατοψύχι… (Λέγεται συνήθως στον συκοφάντη ή για την ανήθικη πράξη γενικά).

69. Στο πηγάδι εκατούρησα; (Το λέει κάποιος που εξαιρέθηκε αδίκως).

70. Είχαμε μεγάλη περίκαψη μαθές. (Ειρωνικά. Εννοείται «δεν είχαμε καμιά όρεξη να…»).

71. Κομμένη και ραμμένη! (Ξεκόβει κάτι μια και καλή).

72. Μο’ κοψες το αίμα. (Με τρόμαξες).

73. Αλέθει η γλώσσα του. (Μιλάει πολύ, ενίοτε κακολογεί).

74. Μο’καμες το κεφάλι κουρκούτι/αυγόλαδο. (Με ζάλισες).

75. Με κουτσοχέριασες.

76. Κούφια η ώρα που τ’ ακούει. (Συνοδεύεται από χτύπημα ξύλου και έχει την έννοια της αποτροπής αυτού που μόλις ειπώθηκε).

77. Μαγκουφιά κι αλαλιά. (Ερήμωση, μοναξιά).

78. Έπια μέλι! (Για κάτι που συνέβη και προκάλεσε ευφορία).

79. Μόρα μου και κάτσα μου! (Συνήθως μετά το «μωρή», εν είδει επανόρθωσης).

80. Σκλήκι έχεις;  (Για κάποιον που δεν κάθεται σε ησυχία).

81. Μ’ αναστάλαξε στη μύτη φαρμάκι. (Με πίκρανε).

82. Πούθε βαστάει η σκούφια του; (Ποια είναι η καταγωγή του;)

83. Δε ξέρει πούθε βγαίνει ο γήλιος. (Είναι εντελώς άσχετος, αδαής).

84. Να μη σε ξέρει η άλλη σου πάντα. (Κατά το αρχαίο «λάθρα βιώσας», δηλαδή να ζεις χωρίς να φαίνεσαι, ήσυχα και μετρημένα).

85. Όποιανού του κακοφαίνεται, να πιεί ξίδι. (Λέγεται εκδικητικά).

86. Εξινίστικε. (Υπονοεί την κτηνοβασία).

87. Τόνε λιάνισε στο ξύλο.

88. Τον έκαμε σκώτι στο ξύλο.

89. Με πήρες στο λαιμό σου. (Πληρώνω δικές σου αμαρτίες).

90. Επήρε τα όρη. (Τρελάθηκε, συνήθως το λέμε για κάποιον με οξύ πόνο).

91. Επήρε την αποκολλωμένη. (Έμεινε σύξυλος, έμεινε με άδεια τα χέρια).

92. Μη μου πάρεις όρκο! (Δηλαδή, σε πιστεύω έτσι κι αλλιώς).

93. Παλικάρι τση φακής. (Για τον δειλό).

94. Είναι για τα πανηγύρια. (Καταγέλαστος).

95. Το ‘χω στο πανί δεμένο. (Το έχω σίγουρο).

96. Μην το πεις ούτε του παπά.

97. Πάει παπόρι. (Υπονοεί πολύ γρήγορα).

98. Εσκώθκε η πέτσα μου. (Ανατρίχιασα).

99. Επέσανε τα μούτρα μου. (Ντροπιάστηκα).

100. Το κέρατό σου το τράγιο! (Λέγεται ως αμφισβήτηση ή και βρισιά).

101. Είναι με το Φερμέκλο. (Πολύ ηλικιωμένος, προαιώνιος, όπως το νησί Φερμέκλο).

102. Πάρ’ τα ρέστα σου! (Για κάποιον που ενώ κάνει κάτι άσχημο, κατόπιν υπερθεματίζει).

103. Και στ’ αποδέλοιπώνε! (Εύχεται τα ίδια και για τους υπόλοιπους. Λέγεται συνήθως σε γάμους).

104. Στη βάρκα εγεννέθηκες; (Για κάποιον που ξεχνάει να κλέισει την πόρτα).

105. Δεν έμεινε ρουποθέμελο. (Δηλώνει ολοσχερή καταστροφή).

106. Κάμε ρόκα σ’. (Ασχολήσου με τις δικές σου δουλειές, μη σε νοιάζει).

107. Τού ‘συρα, όσα σέρνει η σκούπα. (Τον έβρισα άσχημα).

108. Ούτε στραβό. (Συνήθως λέγεται για ψάρια, άρα καθόλου ψαριά, τίποτα).

109. Ούτε για σημάδι. (Ομοίως).

110. Ούτε τσεντέζι. (Ομοίως).

111. Τα έρμα σκότ’να. (Για κάποιν που τα έκανε χειρότερα).

112. Βάρεσέ με, με τη σκούφια σου. (Για κάποιον που κατηγορεί για πράγματα που θα έπρεπε κανονικά να απολογείται).

113. Πετάει τη σκούφια του για καβγά. (Για τον οξύθυμο).

114. Τρέμει το κατακλείδι μου. (Κρυώνω πολύ).

115. Δεν τρώου άχερο. (Δεν είμαι χαζός).

116. Έφαε τα ρέτενα. (Ρέτενα=εμπόδια, δηλαδή ξεπέρασε τις δυσκολίες).  

117. Έφεξε απ’ την πείνα.

118. Πείνα και λυσωδία… (Δηλώνει την απόλυτη φτώχεια).

119. Είναι μπίτι φλοέρα. (Θεότρελος).

120. Είμαι σε κειό τον κόσμο. (Θολωμένος, άρρωστος, σε σύγχυση).

121. Είμαι κούρβουλο. (=το ξερό ξύλο, δηλαδή είμαι πιασμένος).

122. Γου, φωτιά να (μη) σε κάψει. (Ειρωνικά, ως επίπληξη).

123. Φωτιά να σε μυρίσει. (Ωμοίως).

124. Μη μου χαλάς τη ζαχαρένια μου. (Μη με στενοχωρείς).

125. Δεν πιάνεις χαρτωσά μπροστά του. (Δεν αξίζεις τίποτα, συγκρινόμενος με αυτόν).

126. Δις στην ώρα. (Διαρκώς).

127. Μη μου γ….. το λόγο! (Μη με διακόπτεις!)

128. Εγίνηκα γεροκομειό. (Χτύπησα άσχημα).  

129. Ζούκα και τον έχει! (Λέγεται συνήθως όταν κάποιος σημαδεύει καλά).

130. Την έχω βλαστημημένη! (Χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει καπαρώσει κάτι, πχ μια θέση).

131. Σα σου κουτάει… (Αν τολμάς…)

132. Δεν έμεινε κολυμπηθρόξυλο. (Δεν έμεινε τίποτα όρθιο).

133. Μη βγάλεις μπαμπαξά! (=άχνα).

134. Κάμε την κουμπάνια σου. (Φρόντισε τις προμήθειές σου).

΄…………………………………………………….(Συμβολή αναγνωστών)………………………………………..

135. Εδώ να ιδείτε σκέδιο!  (Ειρωνικά, για κάτι ενοχλητικό ή γελοίο).

136. Άστε ντούι. (Με το έτσι θέλω).

137. Μπε διούλε με’ και να ‘ν’ και νύ’! (Το «με'» προέρχεται από το «μέσα» και το «νύ'» από το «νύχτα». Εκφράζει αποδοκιμασία, απαξίωση, επιτίμηση).

138. Πούθε (μ)που. (Μακάρι, άμποτε).

139. Μαύρα σου κουλούρια σου! (Εν είδει απειλής).

140. Εξεσπουρδάκιασε. (=ξεθάρρεψε)

141. Κέρατο βερνικωμένο. (Βρισιά).

142. Τση μύρισε ψίλυτρας. (=ψίλυθρος. Λέγεται συνήθως για κορίτσι και εννοεί ότι άρχισε να ερωτοτροπεί, ξύπνησαν οι ορμόνες της).

Παναγιώτης Κονιδάρης