«Όψεις της ιστορίας του Ελληνικού Τεκτονισμού»- ένα κριτικό σχόλιο.

Διάβασα πρόσφατα το πρωτόλειο βιβλίο του Μεγανησιώτη ιστορικού  Άρη Κατωπόδη με τον πλήρη τίτλο «Όψεις του Ελληνικού Τεκτονισμού- Από την καθίδρυσή του στην Ανατολική Μεσόγειο ως και την Ελληνική Επανάσταση (Μέσα 18ου-αρχές 19ου αιώνα)» και θεώρησα σωστό να γράψω δυο λόγια γι’ αυτό.

Το βιβλίο είναι ασφαλώς επιστημονικό, μια ιστορική πραγματεία, οπότε απαιτεί και το απαραίτητο υπόβαθρο για κάποιον που επιθυμεί να εμβαθύνει σε αυτό. Εντούτοις ακόμα και ο απαίδευτος αναγνώστης είναι βέβαιο ότι θα συναντήσει σε αυτό εύληπτα και  γοητευτικά στοιχεία, μερικά μάλιστα ιδιαίτερα εντυπωσιακά , οπότε δεν θα πλήξει ποτέ. Αν και το βιβλίο εξετάζει μια όχι και τόσο μακρά  ιστορική περίοδο, ενώ είναι και εντοπισμένο σε γεωγραφικές περιοχές ελληνικού ενδιαφέροντος, ωστόσο πραγματεύεται ένα θέμα εξαιρετικά δύσκολο και στριφνό, όσο και εξαιρετικά ενδιαφέρον: την καίρια επίδραση του τεκτονισμού στην προετοιμασία, αναζωπύρωση και φλόγα του μεγάλου Αγώνα για την Παλιγγενεσία.

Στο βιβλίο εξετάζονται ποικίλες πηγές που αφορούν σε δομές, θεσμούς, οργανώσεις, κράτη αλλά και ιδιωτικές ιστορίες της εποχής εκείνης, όπως και μεταγενέστερες,  και οι οποίες συνδέονται με τις τεκτονικές (ή μασονικές αν προτιμάτε) επιρροές των πρωταγωνιστών της Επανάστασης. Ο συγγραφέας ακολουθεί πιστά και με τεράστια προσοχή και προσήλωση τις σύγχρονες επιστημονικές και ιστοριογραφικές επιταγές. Αυτό είναι το πρώτο μεγάλο ατού του πονήματος. Έτσι θα δει κανείς να εξετάζονται όλες οι δυνατές εκδοχές, να αναφέρονται όλες οι πηγές, ακόμα και οι αντικρουόμενες, να αντιπαραβάλλονται κριτικά και τέλος να αποτιμούνται. Θα δει επίσης τον συγγραφέα να κρίνει δίκαια και αυστηρά όλες τις σχετικά αυθαίρετες, αμάρτυρες ή έστω ανεπαρκώς τεκμηριωμένες βιβλιογραφικές αναφορές, τηρώντας μια θαυμαστή σολομώντεια οδό. Κι αυτό δεν αποτελεί κάποιου είδους τακτικισμό ή διπλωματική μετριοπάθεια, αλλά μάλλον μια ψύχραιμη και επιστημονική προσέγγιση της αλήθειας, μακριά από ωραιοποιήσεις, αυτήν ακριβώς που χρειάζεται να επιδεικνύει ένας ιστορικός που σέβεται τον εαυτό του και την Ιστορία. Επιπλέον, όπου χρειάζεται- και χρειάζεται συχνά- ο Άρης Κατωπόδης εκφέρει άποψη, με τόλμη και επιχειρήματα, με σαφήνεια και λιτότητα. Κι αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο χάρισμα του βιβλίου.

Το τρίτο προσόν της πραγματείας αυτής έχει να κάνει με την δυσκολία του εγχειρήματος. Η ιστορία των μυστικών εταιρειών ανά τον κόσμο, ειδικά αυτή των μασονικών στοών και των παρακλαδιών τους, αλλά και άλλες μυστικές/ επαναστατικές κινήσεις όπως αυτή των καρμπονάρων ή των ιακωβίνων, αποτελούν πάντα μια πρόκληση για τον ερευνητή. Κι αυτό δεν έχει  να κάνει μόνο με τα αποσπασματικά και ελλιπή στοιχεία που μπορεί να αντλήσει κάποιος λόγω της αυτονόητης μυστικότητας των εν λόγω ταγμάτων στο διάβα του χρόνου. Έχει επίσης να κάνει και με την δυστροπία που εμφανίζει μια κοινωνία όπως η ελληνική (και ειδικά το φανατικό της χριστιανικό κομμάτι) στο να ακούσει για τέτοια θέματα ταμπού, δηλαδή οι προκαταλήψεις και η κοινωνική αποστροφή που συνόδευε το θέμα στο παρελθόν και η οποία, ευτυχώς,  τείνει τις τελευταίες δεκαετίες να εκλείψει. Αν κανείς συνυπολογίσει το νεαρό της ηλικίας του συγγραφέα, μπορεί θαρρώ να αντιληφθεί τα εμπόδια και τις εξέχουσες δυσκολίες που θα είχε μια τέτοια εργασία. Ο ίδιος, βγάζω το καπέλο μου.

Υπάρχει όμως και μια ακόμα, σημαντική, κατά την γνώμη μου, αρετή στο βιβλίο. Η γλώσσα του είναι γραμμένη από κάποιον που ξέρει να ζυγίζει τις λέξεις, που ξέρει να γίνεται εύληπτος, ευχάριστος, σαφής, ενίοτε και παιγνιώδης, χωρίς να παύει να είναι λόγιος. Ομολογώ ότι αυτό δεν το περίμενα από έναν τόσο νέο επιστήμονα, με εξέπληξε ευχάριστα.

Αν λοιπόν επιθυμείτε να δείτε την σύνδεση του Ρήγα Φεραίου με τους τέκτονες, στοιχεία για την μύηση του Εμμανουήλ Ξάνθου στην μασονική στοά της Λευκάδας (κάτι που είχα αναφέρει και στο δικό μου πρωτόλειο «Το χειρόγραφο της Πράγας»), το ποιος ήταν ο κόμης Ρώμας και τι ρόλο έπαιξε στην Επανάσταση, την σχέση της Φιλικής Εταιρείας και των ηρώων της με τους μασόνους, το πότε και που μυήθηκε ο Κολοκοτρώνης, το ποια τεκτονικά σύμβολα χρησιμοποιούσαν οι Επαναστάτες και το τι συμβολίζει η νεκροκεφαλή στο πέτο του Υψηλάντη, τότε το βιβλίο αυτό όχι μόνο θα σας διαφωτίσει, αλλά και θα σας συναρπάσει.

Τον συγγραφέα τον παρακολουθώ χρόνια. Είχα διακρίνει και εξάρει τα ταλέντα του από τότε που ήταν ακόμα παιδί και τα καλοκαίρια στο νησί ασχολιόταν με καλλιτεχνικές και πολιτιστικές δράσεις. Ήμουν από τότε βέβαιος για το λαμπρό του μέλλον και το βιβλίο αυτό, το πρώτο του, δεν μπορεί να είναι παρά η απόδειξη ότι είχα δίκιο. «Οι όψεις της ιστορίας του ελληνικού τεκτονισμού» είναι μια πολύ σοβαρή δουλειά και ο πήχης είναι ήδη ψηλά για τον Άρη, αλλά είμαι πεπεισμένος ότι θα ακολουθήσουν ακόμα καλύτερες εργασίες, ακόμα βαθύτερη έρευνα, ακόμα σπουδαιότερα ιστορικά έργα από τον αξιοθαύμαστο Μεγανησιώτη.

Ας μου επιτραπεί μόνο εδώ, έστω κι αν χαρακτηριστώ συναισθηματικός, να εξάρω την διακριτική όσο και ουσιαστική παρουσία του γονιού του, του Φώντα. Του είχα πει κάποτε  για τον γιο του, μεταφορικά μιλώντας,  ότι το σημαντικό είναι το τρένο να μπει στις σωστές ράγες. Νομίζω ότι τα έχει καταφέρει πλήρως. Κι εκείνο το μικρό τρένο έχει γίνει πια ταχεία! Ο Φώντας αλλά και όλοι οι  Μεγανησιώτες πρέπει να καμαρώνουν.