Δύο δημοψηφίσματα, μία έξοδος. – άρθρο του Χρ.Παπαδόπουλου

ΔΥΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΜΙΑ ΕΞΟΔΟΣ

Είναι γεγονός : Στις 31 Γενάρη η Μ. Βρετανία αποχώρησε  οριστικά από την Ε.Ε.

Οι εκλεγμένοι, μόλις το Μάη του 2019 , 73 Βρετανοί ευρωβουλευτές ,πριν κλείσει χρόνος ,εγκαταλείπουν αυτές τις μέρες τις Βρυξέλλες.

Tα λόγια , της Ούρσουλα Βάν Ντερ Λάϊεν, της Γερμανίδας νέας προέδρου της Κομισιόν, στο Ευρωκοινοβούλιο «..πάντα θα σας αγαπάμε» μόνο σαν ευχές χωρίς αντίκρισμα μπορεί να ακούγονται σε μια Ε.Ε που βρίσκεται στο κατώφλι της ύφεσης ,ενώ ένα από τα σημαντικότερα σε οικονομική ισχύ  μέλη της, η Μ. Βρετανία αποχωρεί από αυτή.

Αυτό είναι το τέλος μιας πορείας μετά από σχεδόν τέσσερα χρόνια ,που ξεκίνησε με το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016 στη Μ. Βρετανία με το ερώτημα της παραμονής ή της εξόδου από την Ε.Ε.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Μ. Βρετανία το 2016, ήταν υπέρ της εξόδου από την Ε.Ε. με ποσοστό 51.9 %, έναντι 48.1% υπέρ της παραμονής.

Ψηφίστηκε δηλαδή  από την πλειοψηφία των πολιτών παρά τις τότε προβλέψεις για το αντίθετο.

H άρχουσα τάξη  της Βρετανίας στο δημοψήφισμα εκείνο ήταν υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε, την οποία στήριζε   η μεγάλη πλειοψηφία των βιομηχάνων, εμπόρων, τραπεζιτών, επενδυτών. Μόνο μια πολύ μικρή μειοψηφία της ήταν υπέρ της εξόδου.

Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των φτωχών στρωμάτων ψήφισαν ,σε μεγάλο βαθμό, υπέρ της εξόδου. Οι ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες, οι εργαζόμενοι περιστασιακά, οι εξαρτημένοι από το κράτος πρόνοιας.

Το επίσημο Συντηρητικό κόμμα ήταν κατά της εξόδου και ο τότε πρωθυπουργός Κάμερον περίμενε μια «εύκολη» νίκη στο δημοψήφισμα.

Το Εργατικό κόμμα  ήταν εναντίον της εξόδου ,ενώ η κοινωνική του βάση, η εργατική τάξη και οι φτωχοί ψήφισαν έξοδο.

Ο Γ. Βαρουφάκης σε εκείνη την καμπάνια, ως σύμβουλος του Κόρμπιν και των Εργατικών, τους συμβούλευε υπέρ της παραμονής της Μ. Βρετανίας στην ΕΕ.

Στην καμπάνια εκείνη  ενεργός παράγοντας διαμόρφωσης της κοινής γνώμης ήταν και η συζήτηση για το Ελληνικό δημοψήφισμα που έγινε ένα χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 2015 και η τύχη που αυτό τελικά είχε.

Το αποτέλεσμα του Ελληνικού δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015 ,το 61.3% του ΟΧΙ στους εκβιασμούς των Βρυξελλών και στην προσπάθεια επιβολής τρίτου μνημονίου στην Ελλάδα, γεγονός που οδηγούσε σε ρήξη με το Ευρωσύστημα, αποτέλεσε σημείο αναφοράς στην καμπάνια του Βρετανικού δημοψηφίσματος, καθώς και ο τρόπος που μεταχειρίστηκαν τη δημοκρατία και την απόφαση ενός λαού οι Βρυξέλλες.

Με τη μηδενική ανοχή  που έδειξαν, με το φόβο  διεύρυνσης του μετώπου ενάντια στη λιτότητα με τις Ισπανικές εκλογές που ακολουθούσαν και την πιθανή νίκη των PODEMOS, με την επιβολή ασφυξίας στην ρευστότητα της οικονομίας, με το κλείσιμο των τραπεζών.

Με την αλλαγή του ΟΧΙ σε ΝΑΙ του Ελληνικού δημοψηφίσματος, τη συνθηκολόγηση και παράδοση της κυβέρνησης του Α.Τσίπρα και την επιβολή και ψήφιση του τρίτου μνημονίου για την Ελλάδα τον Αύγουστο του 2015,από το μνημονιακό τόξο του εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ, της ΝΔ, ,του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού και των ΑΝΕΛ.

Η συζήτηση για την Ελλάδα και τι συνέβη σε αυτή ένα χρόνο πριν, συνέβαλε στη δημιουργία πλειοψηφίας για την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε στο δημοψήφισμα του 2016.

Ο ολοκληρωτισμός της άποψης ότι «η οικονομία προηγείται της δημοκρατίας»,ενός δηλαδή νεοφιλελεύθερου δόγματος μιας μόνιμης λιτότητας, αντιπαρατάχθηκε και στα δύο δημοψηφίσματα..

Η μόνιμη αυτή λιτότητα επιβάλλεται στην Ευρώπη με το σύμφωνο της Λισαβόνας και το δημοσιονομικό σύμφωνο που επιβάλλει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα.

Τόσο η Ευρωζώνη όσο και η Ε.Ε, ως πεδία  επικυριαρχίας της γερμανικής αστικής τάξης με τη Γαλλία  σε δεύτερο πια ρόλο, διανύουν μεν μακρά περίοδο οικονομικής στασιμότητας, που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου, ενώ ταυτόχρονα αντιδραστικοποιούνται περισσότερο. Τα διάφορα συνθήματα για «περισσότερη Ευρώπη» δεν σημαίνουν τίποτα άλλο παρά αυξημένη μακροοικονομική εποπτεία στις χώρες της Περιφέρειας και ακόμα περισσότερο δημοκρατικό έλλειμμα στη λήψη των αποφάσεων. Τέλος, η μετατόπιση του πολιτικού εκκρεμούς προς τα δεξιά σε σειρά χωρών μαζί με τη συνολικότερη αντιδραστικοποίηση της Ε.Ε. οδηγεί σε εκτρωματικές καταστάσεις αδιανόητες μέχρι πριν από λίγα χρόνια, με χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα το πρόσφατο ψήφισμα του –αιρετού- Ευρωκοινοβουλίου το οποίο αποδίδει ίσες ευθύνες στη Ναζιστική Γερμανία και την ΕΣΣΔ για το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Έχουμε δηλαδή μια ξεκάθαρη τάση εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε αντιδραστικότερη κατεύθυνση, ενώ τώρα μια ισχυρή οικονομικά χώρα αποχωρεί από αυτήν.

Η χώρα μας μέσα από το τρίτο μνημόνιο οδηγείται με καθεστώς μόνιμης λιτότητας και αυστηρής επιτροπείας μέχρι το 2060, με υπέρογκα πρωτογενή πλεονάσματα, μεγαλύτερα και από το δημοσιονομικό σύμφωνο, με μεγάλη  μείωση των συντάξεων και χωρίς καμιά διαγραφή του χρέους της χώρας.

Παράλληλα με κυνικό τρόπο διακηρύσσεται στο Ευρωκοινοβούλιο ότι για την Ελλάδα δεν ισχύουν οι θεμελιώδεις αρχές της χάρτας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επειδή βρίσκεται σε μνημονιακό καθεστώς.

¨Η σύγκρουση με τις Βρυξέλλες, λοιπόν, ήταν και είναι αποτέλεσμα των εσωτερικών αντιφάσεων ενός υπερεθνικού καπιταλιστικού οργανισμού, όπως είναι η Ε.Ε.

Δεν πραγματοποιήθηκε από τις δυνάμεις της εργασίας και του μαζικού κινήματος, αλλά ηγεμονεύουν σε αυτό οι συντηρητικές δυνάμεις της Μ. Βρετανίας.

Το γεγονός πως το Brexit  μετά τις εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου και από την 1η Φλεβάρη του 2020  το διαχειρίζεται πολιτικά μια ακραία συντηρητική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να επισκιάζει άλλες σημαντικότερες, ίσως, πτυχές. Εδώ και  τέσσαρα περίπου χρόνια υπήρχε «ενεργό» το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος η εφαρμογή του οποίου παρεμποδιζόταν τόσο από τις Βρυξέλλες, με συνεχείς αναβολές, με διάφορες απειλές που έφθαναν έως και τον ουσιαστικό διαμελισμό της Μ. Βρετανίας ,όσο και από τμήμα του εγχώριου φιλο-ΕΕ κατεστημένου (Κόρμπυν κ.λ.π.) που μιλούσαν ανοιχτά για δεύτερο δημοψήφισμα.

Η έξοδος πραγματοποιείται χωρίς την ενεργό παρέμβαση της πολιτικής Αριστεράς, με κινητοποίηση της κοινωνικής Αριστεράς.

Θα πρέπει να αναδεικνύεται το γεγονός πως η κοινωνική βάση του Brexit προέρχεται από τάξεις και κοινωνικές ομάδες που θα έπρεπε να εκφράζονται προνομιακά από την Αριστερά και οι οποίες έχουν χτυπηθεί άγρια από τις επιπτώσεις της ενιαίας εσωτερικής αγοράς (π.χ. πρώην βιομηχανικοί εργάτες, αγρότες, επαγγελματίες, άνεργοι κλπ).

Με αυτήν λοιπόν την έννοια, εάν δεν γινόταν σεβαστή η βούληση του βρετανικού λαού, κάθε άλλη διαφορετική εξέλιξη θα συνέβαλε στην παγίωση της αντίληψης πως δεν υπάρχει καμία δημοκρατική διέξοδος των λαών από τη φυλακή της Ε.Ε..

Το Ελληνικό δημοψήφισμα για πρώτη φορά έθεσε με όρους μαζικούς ,τη ρήξη με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα της νεοφιλελεύθερης λιτότητας, την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. Αποτέλεσε πράξη λαϊκής κυριαρχίας, ριζοσπαστικοποίησης του λαϊκού παράγοντα, χειραφέτησης του ελληνικού λαού. Αυτό ανεξαρτήτως των προθέσεων του τότε πρωθυπουργού Α.Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας δίπλα του που το έβλεπαν σαν «έξοδο κινδύνου» και δεν περίμεναν να το κερδίσουν

Το Βρετανικό με άλλους όρους, ενώ το πολιτικό σύστημα της Βρετανίας περίμενε την εύκολη νίκη της παραμονής στην Ε.Ε., προχώρησε στη ρήξη με τις Γερμανοκρατούμενες Βρυξέλλες και την Ε.Ε.

Κοινό σημείο και των  δύο δημοψηφισμάτων είναι ότι δημιούργησαν μια απρόσμενη κοινωνική δυναμική που ,ενάντια στις προβλέψεις, έβαλε τη σφραγίδα της στα αποτελέσματα και στις εξελίξεις.

Κοινό σημείο ότι τα κυρίαρχα ΜΜΕ σε κάθε χώρα σε διατεταγμένη υπηρεσία, στη διάρκεια της καμπάνιας, δημιουργούσαν κλίμα υπεροχής και επικράτησης του  ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΥΡΩΠΗ που όμως δεν επηρέασε το τελικό αποτέλεσμα.

Ακόμα και τώρα στα ΜΜΕ επικρατεί η σιωπή, η υποβάθμιση, ή ακόμα χειρότερα ,η χυδαία ταύτιση του Brexit με το «Μεγκεξιτ» του πρίγκιπα Χάρρυ, σε μια προσπάθεια υποτίμησης ενός ιστορικού γεγονότος τεραστίων διαστάσεων για την Ευρώπη..

Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές το Εργατικό Κόμμα, παρά το ότι κατέβηκε με προωθημένη κοινωνική ατζέντα, έχασε κατά κράτος και ηττήθηκε σε παραδοσιακά εκλογικά εργατικά κάστρα, γιατί στο ερώτημα αν θα ισχύσει το δημοψήφισμα του 2016,της εξόδου δηλαδή, απαντούσε με πρόταση για νέο δημοψήφισμα και όχι στο κύριο ιστορικά επίδικο. Βρίσκεται σε ιστορική καμπή και κρίση μετά τις εξελίξεις.

Σε κρίση βρίσκεται και  ο κοινωνικός-οικονομικός σχηματισμός της ΕΕ μέσα από τις δικές του αντιφάσεις.

Τα προηγούμενα χρόνια η ανισόμετρη ανάπτυξη άλλαξε τους συσχετισμούς δύναμης στην Ε.Ε .                                                                           Στη διάρκεια της κρίσης αποδείχτηκε πως το Γερμανικό κράτος κυριαρχεί πια στην Ε.Ε  σε βάρος της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας.                                                                             Η Μ. Βρετανία έχει ήδη οικονομικές σχέσεις με τις 53 χώρες που ανήκουν στην Κοινοπολιτεία, μεταξύ των οποίων η Ινδία, ο Καναδάς, η Αυστραλία, τις οποίες προσδοκά να δυναμώσει.

Οι εξελίξεις στην Ε.Ε θα είναι σημαντικές. ¨Ήδη το ιδεολόγημα της άρχουσας τάξης για το «ευρωπαϊκό ιδεώδες» βουλιάζει στα νερά της Μεσογείου, στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική όπου Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία για δικούς τους λόγους ασκούν εξωτερική πολιτική σύμφωνα με τα συμφέροντα κάθε χώρας ,ενώ οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις είναι παρούσες.

 

Από την παρατεταμένη χρονικά αυτή πολιτική πάλη  ,πρέπει να σημειώσει και να μελετήσει κανείς, τη χρησιμοποίηση  του άρθρου 50 ,της συνθήκης της Ε.Ε., που ενώ τυπικά προβλέπει περίοδο προσαρμογής για την απομάκρυνση μιας χώρας από την Ε.Ε ,στην πράξη  χρησιμοποιήθηκε αυτό το χρονικό διάστημα για ανάσχεση της εξόδου, για νέο δημοψήφισμα, για τρομοκράτηση και μεταστροφή της κοινής γνώμης της Μ. Βρετανίας ,με τη συνεχή παρέμβαση για τις «καταστροφές» που θα ακολουθούσαν την έξοδο, για την  έλλειψη φαρμάκων κ.λ.π. αγαθών, ακρίβειας, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας.

Δόθηκε παράταση για το χρόνο που έληγε, χωρίς αποτέλεσμα, για τις δυνάμεις που ήθελαν να αντιστρέψουν την πορεία εξόδου.

¨Όλα αυτά απέτυχαν. Αξίζει να σημειωθεί πως τον Απρίλη του 2019 ο τότε πρωθυπουργός Α.Τσίπρας ζητούσε ,όπως διέρρεαν κυβερνητικές πηγές, παράταση της παραμονής στη σύνοδο κορυφής, ώστε να πάρει μέρος το Ηνωμένο Βασίλειο στις ευρωεκλογές του Μάη του 2019 , κάτι το οποίο θα αποτελέσει, όπως έλεγε, τη μεγαλύτερη ήττα των οπαδών του Brexit και ίσως ακόμα και την αρχή του τέλους για το ίδιο το Brexit.

 

ΜΕΡΙΚΑ  ΠΡΩΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το Ελληνικό δημοψήφισμα του 2015 επέδρασε στο Βρετανικό το 2016 και συνέβαλε επομένως στην έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, στην πρώτη αποχώρηση χώρας, από την καπιταλιστική αυτή ολοκλήρωση..

Οι δυνάμεις της εργασίας ήταν έξω από αυτή τη  διαδικασία στη Μ. Βρετανία και το Εργατικό κόμμα της Βρετανίας βρίσκεται σε ιστορική καμπή και κρίση, όπως βρίσκονται και  οι δυνάμεις της Αριστεράς σε όλη την Ευρώπη.

Από τη χρονική απόσταση των πέντε χρόνων μπορεί να εκτιμηθεί ότι  η διαδικασία έμπρακτης ρήξης με το Ευρωσύστημα και την Ε.Ε., που άρχισε με το Ελληνικό δημοψήφισμα και ανακόπηκε βίαια από την παράδοση της χώρας στους δανειστές και το τρίτο μνημόνιο, ιστορικά προχώρησε με το Βρετανικό δημοψήφισμα το 2016 και την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε. το 2020.

Τα δύο δημοψηφίσματα διεξήχθηκαν με διαφορετικούς όρους και συνθήκες, αποτελούν όμως μέρος μιας ιστορικής διαδικασίας που συνεχίζεται.

Δεν αλλάζει ο κοινωνικός σχηματισμός, χτυπιέται όμως η υπερεθνική ολοκλήρωση και ποδηγέτηση των χωρών της Ευρώπης σε μια μόνιμη λιτότητα μ’ επικεφαλής τη Γερμανική αστική τάξη.

Δείχνει ότι δεν μπορεί να είναι αυτό το μέλλον των λαών της Ευρώπης.

Δείχνει τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Η Μ. Βρετανία είναι ανταγωνιστής πια της Ε.Ε με ανοίγματα στις χώρες της Κοινοπολιτείας.

Καταστρέφει τη λογική του μονόδρομου της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ. Συνυπάρχει με την αύξηση του αυταρχισμού σε αυτή.

Δείχνει τη δυνατότητα και άλλες χώρες μαζί και η δική μας, να μπορέσουν να προχωρήσουν εκτός Ε.Ε ώστε να υλοποιήσουν ένα μεταβατικό πρόγραμμα με σοσιαλιστικό ορίζοντα.

Η ιστορία ανοίγει καινούργιους ορίζοντες για τους λαούς της Ευρώπης και μεγάλα καθήκοντα για μια νέα Ριζοσπαστική Αριστερά.

Οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής και μαχόμενης Αριστεράς πρέπει να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα για την ρήξη ,με το Ευρωσύστημα , την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. ¨Όχι με ανέξοδες εξαγγελίες αλλά με προγραμματικό λόγο συγκεκριμένο για τη δημιουργία ενός μεταβατικού προγράμματος με προοδευτικό και σοσιαλιστικό ορίζοντα. Για το σκοπό αυτό απαιτείται προγραμματική εμβάθυνση, συνεργασία με τις δυνάμεις της Αριστεράς που συμφωνούν με αυτό τον στόχο και πλατειά ενημέρωση του λαού, για τις δυσκολίες, αλλά και για τις νέες δυνατότητες και την αναγκαιότητα μία τέτοιας μετάβασης.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ